Αρχική ΜΟΥΣΙΚΗΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑΜόνο η Callas έχει μπορέσει να τραγουδήσει Μήδεια

Μόνο η Callas έχει μπορέσει να τραγουδήσει Μήδεια

Προφανώς ο παραπάνω τίτλος αναφέρεται στην εποχή κατά την οποία η ανθρωπότητα διαθέτει τα μέσα να πραγματοποιήσει ηχογραφήσεις. Η πρώτη φορά που ανέβηκε η Μήδεια, ήταν το 1797. Το έργο γράφτηκε από τον Luigi Cherubini, τον οποίο ο Mozart θεωρούσε τον σημαντικότερο συνθέτη από τους σύγχρονούς του, αν και τα μόνα γνωστά του έργα είναι τα “Les deux journées” και “Médée”. Η Μήδεια συγκεκριμένα, έχει περάσει πολλά σκαμπανεβάσματα, όσον αφορά την απήχησή της στο φιλόμουσο κοινό και το λιμπρέτο έχει υποστεί αλλαγές/μεταφράσεις έτσι που πλέον ελάχιστα μοιάζει με την αρχική εκδοχή του, η οποία είχε γραφτεί από τον François-Benoît Hoffman.

Και ενώ το εν λόγω έργο πέρασε αιώνες παραμένοντας σε σχετική αφάνεια, με λίγες επιτυχημένες αναβιώσεις, το 1953, η Μήδεια κατάφερε να αναστηθεί και να επιδείξει όλο το συσσωρευμένο μένος της, έχοντας ως όχημα το σώμα και τη φωνή της Μαρίας Καλογεροπούλου (της γνωστής σε όλους μας, Callas). Το ντεμπούτο της παράστασης έγινε στη Φλορεντία, υπό τon μαέστρο Vittorio Gui και μια σειρά από εξαιρετικές φωνές, ανάμεσά τους η βόμβα μεγατόνων που φέρει το όνομα Fedora Barbieri, στο ρόλο της Neris. Η αναβίωση αυτή υπήρξε τόσο επιτυχημένη, που ο συγκεκριμένος ρόλος ενσωματώθηκε στο ρεπερτόριο της Κάλλας για τα επόμενα δέκα χρόνια κατά τα οποία η Μαρία ενσαρκώθηκε τη Μήδεια 31 φορές.

Τι είναι όμως αυτό που κάνει τη Μήδεια του Cherubini τόσο δύσκολη να παιχτεί και να τραγουδηθεί; Υποθέτω ότι είναι αρμόζον, αυτή η τόσο εκρηκτική γυναικεία προσωπικότητα να προκαλεί τον φόβο ακόμα και σήμερα, αλλά γιατί ελάχιστες τολμούν να την προσεγγίσουν; Ένας από τους βασικούς λόγους που η όπερα είναι διάσημη για τη δυσκολία της είναι το γεγονός ότι η tessitura για το ρόλο της Μήδειας είναι αρκετά χαμηλή για μια υψίφωνο. Εκτός αυτού είναι γραμμένη με τέτοιο τρόπο που υπάρχουν πολυάριθμα πηδήματα από πολύ βαθιές νότες σε πολύ ψηλές και συχνές μετακινήσεις ανάμεσα στα περάσματα της ανθρώπινης φωνής ώστε όσο και αν έχει κανείς δουλέψει την εξομάλυνση στο πέρασμα, πάλι η Μήδεια θα καταφέρει να τον εξουθενώσει. Ο ρόλος απαιτεί ατσαλένιες και στεντόριες μεσαίες νότες και ένα διάφραγμα πέτρινο ώστε να αποδοθεί σωστά. Μία φωνή με μέτρια ή απλά καλή τέχνική μπορεί να καταστραφεί αν επιχειρήσει να την τραγουδήσει.

Φυσικά δεν είναι μόνο το τραγουδιστικό κομμάτι το οποίο κάνει την μήδεια τόσο τρομακτική ως εγχείρημα, είναι και το υποκριτικό. Οι περισσότεροι διάσημοι οπερατικοί ρόλοι περιστρέφονται γύρω από τον έρωτα και τον ρομαντισμό ή είναι σχετικά μονοδιάστατοι, πράγμα το οποίο οι περισσότεροι ηθοποιοί μπορούν να υποστηρίξουν σε ένα βαθμό. Η Μήδεια από την άλλη πλευρά είναι ένας πολυσχιδής χαρακτήρας ο οποίος πνίγεται σε μια λίμνη από συναισθήματα, τα οποία μπορεί να αλλάζουν από το ένα μέτρο στο επόμενο. Η Μήδεια μπορεί να είναι γλυκειά, θυμωμένη, εκδικητική, πληγωμένη, αναποφάσιστη, απελπισμένη, γεμάτη τύψεις και αμφιβολίες, γεμάτη αγάπη για τα παιδιά τα δικά της και ταυτόχρονα γεμάτη μίσος για τα παιδιά του Ιάσονα. Η ικανότητα να αποδώσεις αυτό το απέραντο φάσμα συναισθηματικών καταστάσεων είναι από μόνο του ηράκλειο κατόρθωμα και η Callas ήταν η μόνη που το κατάφερε, τον τελευταίο αιώνα. Και ενώ η Μαρία είναι πασίγνωστη για την άψογη τεχνική της στο Bel Canto, για τη Μήδεια, μπόρεσε να το αφήσει στην άκρη για να παράξει οιμωγές, ωμούς και χυδαίους ήχους. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ο Pasolini την επέλεξε να πρωταγωνιστήσει στην δική του ταινία, “Medea” (1969).

Είναι ελάχιστες εκείνες που έχουν το σθένος ή το θάρρος να δοκιμάσουν να τραγουδήσουν το ρόλο, έτσι που το έργο πλέον κοντεύει να καταλήξει μουσειακό έκθεμα. Μόνο η Callas έχει μπορέσει να πνεύσει ζωή σε έναν τόσο βαθιά δραματικό ρόλο.

Τελευταία