Rebecca

Η Rebecca της Daphne Du Maurier είναι ένα αδιαμφισβήτητο αριστούργημα της λογοτεχνίας του γοτθικού τρόμου. Η φιλμική μεταφορά της από τον Alfred Hitchcock το 1940 είναι ένα ιερό τέρας του κινηματογράφου. Αυτά είναι δύο γεγονότα που δεν δύναται να αρνηθεί κανείς και έχουν γραφτεί αράδες επί αράδων και για τα δύο. 80 χρόνια μετά καλούμαστε να κρίνουμε τη Rebecca του Ben Wheatley και της Jane Goldman. Ο Ben Wheatley είναι ο κατεξοχήν cult σκηνοθέτης της τελευταίας δεκαετίας ο οποίος σχεδόν πάντα διχάζει το κοινό, με τις βαθμολογίες του στο IMDb να το μαρτυρούν πέρα από κάθε αμφιβολία και η Jane Goldman είναι η πετυχημένη παραμυθού της εποχής μας που έφτιαξε το όνομα της με τις συνεργασίες της με τον Mathew Vaughn, Stardust, Kick-Ass και X-Men: First Class. Η εταιρία παραγωγής Working Title Films ίσως να θεώρησε ότι με αυτό το δίδυμο θα έχει στα χέρια της μια επιτυχία όπως το Pride And Prejudice του Joe Wright, άλλο ένα παράδειγμα μεταφοράς λογοτεχνικής ιερής αγελάδας που έσπασε ταμεία και καρδιές. Η καινούργια Rebecca εν πολλοίς έχει κριθεί από την παγκόσμια κριτική κι έχει πάρει τη θέση της. Παρόλα αυτά επειδή δεν πιστεύω σε ιερές αγελάδες, θα μεταφέρω πως ένιωσα εγώ μ’ αυτή την προσπάθεια και θα εξηγήσω γιατί δεν αξίζει απλά να την κρίνουμε αλλά και να την απολαύσουμε.

Η Πρωταγωνίστρια μας(Lilly James) η οποία δεν ονοματίζεται σε καμία απ’ τις εκδόσεις του έργου είναι μια "σύντροφος κυρίας" στη δεκαετία του ’30. Ένας πιο όμορφος τρόπος να πούμε παιδί για όλες τις δουλειές και η Κυρία Van Hopper(Ann Dowd) να πνίξει τη μοναξιά της. Έξυπνη, με ταλέντο στο σχέδιο και τάσεις ανεξαρτησίας μεγαλύτερες απ’ όσες επιτρέπει η κλάση της και το φύλο της στην εποχή της. Ούσα σε διακοπές με την Κυρία στο Μόντε Κάρλο θα γνωρίσει τον περιζήτητο εργένη και χήρο Maxim De Winter(Armie Hammer). Ο έρωτας προκύπτει με την πρώτη ματιά αλλά από τις πρώτες στιγμές του υπάρχει ο πόνος του Maxim σε κάθε αναφορά της πρώην γυναίκας του, Rebecca. Παρόλα αυτά όταν η Κυρία αποφασίσει απότομα να διακόψει το ταξίδι και να γυρίσουν στην Αμερική, η πρωταγωνίστρια τρέχει στον καλό της, αυτός της κάνει πρόταση γάμου, είναι πλέον η καινούργια κυρία De Winter και επιστρέφουν στην μυθική οικία του Manderley για να ξεκινήσουν την από κοινού ζωή τους. Βέβαια το Manderley στεγάζει το μυστικό του Maxim αλλά και την οικονόμο του, Κυρία Danvers(Kristin Scott Thomas). Τίποτα δεν μένει κρυφό για πάντα και τα θύματα δεν θα τελειώσουν στη Rebecca. Μέχρι αυτό το σημείο έχουμε πολλές αποκαλύψεις και στροφές ακόμα.

Αν εγώ δεν πιστεύω σε ιερές αγελάδες μια φορά, οι συντελεστές της ταινίας δεν πιστεύουν δέκα. Από τα πρώτο πλάνα της ταινίας με την ατάκα ορόσημο «Last Night I Dreamt I Went To Manderley Again…” βλέπουμε με την τονισμένη αντίθεση του μπλε και του κόκκινου χρώματος ότι αυτή δεν είναι η Rebecca που ξέρουμε. Δεν μιλάμε για τον γοτθικό τρόμο της Du Maurier και του Hitchcock αλλά για τον εξπρεσιονιστικό τρόμο του Wheatley. Ο δημιουργός κρατάει αυτή τη σκηνοθετική προσέγγιση πιστά και με επιτυχία σε όλη την ταινία. Επίσης το γράψιμο σε συνεργασία με τη διεύθυνση των ηθοποιών απομακρύνεται τα μέγιστα από τις προηγούμενες εκδόσεις και έρχεται πολύ πιο κοντά στα σημερινά δεδομένα, από τον τρόπο που μιλάνε οι χαρακτήρες μέχρι μια πολύ βασική προσθήκη από το βιβλίο που λείπει από τη μεταφορά του ’40 γιατί τότε υπήρχε ο Κώδικα Hayes για την αυτολογοκρισία. Στη βάση της, η ταινία είναι η ιστορία τριών ισχυρών γυναικών, της Πρωταγωνίστριας, της Rebecca και της Danvers, ενάντια σε έναν κόσμο παράδοσης. Ο Maxim σε αυτή μεταφορά είναι ένας δευτερεύον αδύναμος τσακισμένος χαρακτήρας που προσπαθεί να κρατήσει τη μολυσμένη αυτή παράδοση με νύχια και με δόντια. Γι’ αυτό ακριβώς και μου ταιριάζει η επιλογή του βουτυρομπεμπέ Armie Hammer που όλοι συγκρίνουν λανθασμένα με τον Olivier της παλιάς ταινίας. Ταιριάζει με την περισσότερο σύγχρονη ψυχολογία που δίνουν στον χαρακτήρα. Όλο το καστ είναι εξαιρετικό αλλά μια ειδική μνεία αξίζει στον Sam Riley που μετατρέπει τον αγαπημένο ξάδελφο της Rebecca σε μακιαβελικό τσογλανάκο παρόλο που είναι κατά βάση ένας οχετός exposition.

Αυτό είναι και το βασικό πρόβλημα της ταινίας και όχι το μουσταρδί σακάκι του Maxim με το οποίο τόσοι ασχολούνται. Στην προσπάθεια τους να βάλουν περισσότερα στοιχεία από το βιβλίο η ταινία είναι μπουκωμένη από το ακατάσχετο exposition. Είναι και η βασική της διαφορά με τον Hitchcock άλλωστε. Ό,τι υπονοούταν στην ταινία του’40 εδώ λέγεται στη μούρη μας με κάθε ευκαιρία. Αν σκεφτούμε ότι η ταινία είναι και δέκα λεπτά μικρότερη από αυτή του ’40 καταλαβαίνετε για τι υπερφόρτωση πληροφοριών μιλάμε. Το μεγαλύτερο θέμα βρίσκεται στην τρίτη πράξη όπου και υπάρχει και η προσθήκη που ανέφερα πριν. Φτάνουμε έτσι στο φινάλε βιαστικά με την ταινία να έχει χάσει πολύ από την ατμόσφαιρα της. Δυστυχώς έτσι η ταινία καταλήγει να είναι άλλη μια πολύ καλά κατασκευασμένη αλλά τυπική ταινία από Αμερικανικό στούντιο. Ίσως άν ο Wheatley είχε αυτά τα δέκα λεπτά παραπάνω και είχε γράψει το σενάριο μαζί με τη σύζυγο του, Amy Jump, με την οποία γράφει συνήθως, να είχαμε μια ταινία που θα μάζευε διθυράμβους αλλά και θα είχε κάτι πραγματικά άξιο μίσους από τους υπόλοιπους. Αυτά όμως είναι δύο μεγάλα ίσως.

Κλείνοντας, δείτε την ταινία μόνοι σας και αποφασίστε. Είναι σίγουρα η πιο αδύναμη του σκηνοθέτη και δεν νομίζω ότι θα την δω τρίτη φορά αλλά σίγουρα είναι πολύ καλύτερη από πολλές παραγωγές του Netflix. Είναι ευκαιρία για να ανακαλύψει ένα ευρύ κοινό τον σκηνοθέτη αλλά και με τις προσθήκες του, το ίδιο το βιβλίο. Φυσικά και δεν γκρεμίζει την παράδοση του Hitchcock σε παραλληλισμό με τη θεματική της ιδέα αλλά στέκει σαν ένα αξιοπρεπέστατο συμπληρωματικό κομμάτι του βιβλίου που πολλοί δεν έχουμε διαβάσει και της ταινίας που οι περισσότεροι λατρεύουμε.

Rating:

Χώρα: Ηνωμένο Βασίλειο/ΗΠΑ
Έτος: 2020
Χρώμα: Έγχρωμο
Σκηνοθεσία:
Ben Wheatley
Πρωταγωνιστούν: Lily James, Armie Hammer, Kristin Scott Thomas
Διάρκεια: 121 minutes

Τελευταία