Ήταν η εποχή που στην ερώτηση «έχετε τον καινούργιο δίσκο των Metallica» ο υπάλληλος του δισκάδικου σου έφερνε ένα βινύλιο με εξώφυλλο κάτι τάφους, με δυο χέρια να τους ελέγχουν στο φόντο ενός σκοτεινιασμένου ουρανού. Ή φλεγόμενου ουρανού. Ή ηλιοβασιλέματος -έχω κοιτάξει ατελείωτες ώρες τη συγκεκριμένη εικόνα κι ακόμα δεν έχω αποφασίσει. Με τον θάνατο του Burton εκείνη την περίοδο, αναδρομικά θεωρώ πως πιθανότερη εκδοχή είναι αυτή του σούρουπου: Θα έπεφτε η νύχτα μετά απ’ αυτό το άλμπουμ και δεν θα ξημέρωνε ποτέ όπως πριν. Μάλλον δεν έχει υπάρξει στην ιστορία της μουσικής καλύτερος ορισμός του «κύκνειου άσματος» από το Master of Puppets για τον Cliff Burton, τον μπασίστα των Metallica στους τρεις πρώτους τους δίσκους.
Το συγκλονιστικό, διαχρονικό, ασήκωτο τρίπτυχο των «μπαρτονικών» Metallica συμπληρωνόταν με το πιο «δεν πάει παραπάνω» μεταλλικό έπος, που περιείχε τον ύμνο του είδους και την εισαγωγή κάθε σοβαρού μεταλλά στη σκοτεινή στοά των αντισυμβατικών με τον μόνιμο πονοκέφαλο. Η μπάντα μπορεί να ακολούθησε διαφορετικά μονοπάτια, από σεβασμό, ίσως, στη μαύρη ψυχή της που πέταξε από το παράθυρο μαζί με τα μαγικά χέρια του Κλιφ μόλις στα είκοσι τέσσερα χρόνια του, αλλά η κληρονομιά της αυθεντικής τετράδας των πρώτων άλμπουμ τους (Kill ‘em All, Ride the Lightning, Master of Puppets) σε κάθε άνθρωπο που γρατσούνισε χορδές προσπαθώντας να εκφράσει θυμό, οργή, ανασφάλεια, αγωνία ή πόνο ήταν καθοριστική.
Ίσως ο σπουδαιότερος δίσκος της σύγχρονης μουσικής -σίγουρα ο ορισμός του metal. Το Master Of Puppets έκλεισε τον πρώτο κύκλο του thrash και άνοιξε αμέτρητους δρόμους για μπάντες που, πατώντας στη βάση του, προχώρησαν η καθεμιά σε διαφορετικό προορισμό και έχτισαν τον μεταλλικό κόσμο των επόμενων δεκαετιών. Η συνέχεια θα ήταν συναρπαστική: Θα παρακολουθούσες μια παγκόσμια σκηνή σε καταιγισμό παραγωγής και εξέλιξης αυτού που δώρισαν οι Metallica, θα έβλεπες τι αριστουργήματα φτιάχτηκαν με τη μαγιά τους, αλλά τους ίδιους να κάνουν το ένα ακατανόητο βήμα μετά το άλλο και το μόνο που θα θύμιζε την πρώτη, επαναστατική μουσική τους περίοδο, να είναι η θλιμμένη κιθάρα του Hetfield, ως ρετρό background στο ουτοπικό τους progression. Θα συνέχιζαν να ορίζουν την εποχή για λίγο ακόμα, θα άντεχαν ως το τέλος της επόμενης δεκαετίας, αλλά θα παραδίνονταν, τίμια, στο ρεύμα που σάρωνε το μέταλ φυσώντας από παντού κι όχι, πλέον, μόνο από το λιμάνι του Σαν Φρανσίσκο.
Βία, επιθετικότητα, ναρκωτικά, ψυχασθένεια, πόλεμος, τηλευαγγελιστές -όλα τα αδιέξοδα ενός νέου Αμερικανού της δεκαετίας του ‘80 απλώνονται απ’ την αρχή ως το τέλος στην πιο ξεκάθαρη, κρυστάλλινη κατάθεση του Hetfield που ξερνάει τους εφιάλτες μιας γενιάς μεγαλωμένης στη σκοτεινή πλευρά του American Dream και του Ριγκανισμού. Δύο διαλείμματα, δύο sequel του "The Call of Ktulu" ξεχωρίζουν από τη θεματική: Το "The Thing That Should Not Be" που ντύνει με λόγια το επικό ορχηστρικό του προηγούμενου δίσκου τους ολοκληρώνοντας το αφιέρωμα στον H. P. Lovecraft και το μυθικό του σύμπαν και το "Orion", που αποτελεί το δεύτερο κατά σειρά instrumental τους, ξεπερνώντας κάτι που έμοιαζε ως αξεπέραστο.
Αν ήσουν ένας έφηβος το 1987 δεν σε απασχολούσαν τα παραπάνω. Πήγαινες στο δισκάδικο, αγόραζες το "Master of Puppets", επέστρεφες σπίτι, το έλιωνες, μάθαινες κάθε στίχο και κάθε νότα απ’ έξω, παράγγελνες με International Reply Coupon από την Αμερική την επίσημη Master of Puppets και την επίσημη Damage, Inc για να κάνεις φιγούρα στους φίλους σου και περίμενες το επόμενο άλμπουμ, των Metallica ή κάποιων από τη σκηνή που έσκαγε σαν ηφαίστειο εκείνα τα χρόνια το ένα αριστούργημα μετά το άλλο. Ιδέα δεν είχες πως άκουγες, χτυπιόσουν, ανατρίχιαζες με το Τέλος Εποχής του First Wave of Thrash, του καλιφορνέζικου σεισμού που είχε ρημάξει τα αυτιά και τις ψυχές όσων συναντήθηκαν μαζί του και τους είχε αλλάξει την οπτική για τη μουσική για όλη τους τη ζωή. Οι Metallica θα έχαναν την ψυχή τους σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα λίγο μετά, θα προσπαθούσαν -έντιμα, το δίχως άλλο- να την ξαναβρούν και το παλεύουν ως σήμερα και, ακόμα κι αν δεν μου προκαλούν το παραμικρό συναίσθημα με τα τελευταία τους, αραιά άλμπουμ, δεν μπορώ να τους κρατήσω κακία: Τέσσερις μουσικές ιδιοφυΐες κατάφεραν να αλλάξουν την πορεία της σύγχρονης μουσικής από τα είκοσι ως τα είκοσι τέσσερα χρόνια τους και ήμασταν τυχεροί που το ζήσαμε ταυτόχρονα με αυτούς, ως ακροατές, ως φανς, ως παγιδευμένοι σε παρόμοια αδιέξοδα στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού. Η μετέπειτα πορεία τους, σκεπτόμενος από δεκαετίες απόστασης, ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να κάνει μια μπάντα που έμαθε να συνθέτει, να παίζει και να αναπνέει μαζί με τον μεγαλύτερο ρυθμοπλάστη όλων των εποχών και βίαια έπρεπε να μάθει να ζει με την απουσία του.
Τριάντα πέντε χρόνια από την κυκλοφορία του Master of Puppets, δικαιούμαι να δηλώνω ως «τριάντα πέντε χρόνια μεταλλάς». Ευλογημένος που άκουσα ζωντανά πολλά από τα τραγούδια του πρώτου και πιο αγαπημένου μου δίσκου αυτής της μαγικής μουσικής που με καθόρισε και με φύλαξε από τα τέρατα της ομογενοποίησης, ευλογημένος για εκείνο το χιλιάρικο-εισιτήριο στον κόσμο της μουσικής που έμοιαζε να έχει φτιαχτεί για να παίζει ως σάουντρακ της ζωής μου, από την πρώτη μέρα που μπήκε από τ’ αυτιά στην καρδιά μου.
"Time for lust, time for lie
Time to kiss your life goodbye
Send me money, send me green
Heaven you will meet
Make a contribution
And you'll get a better seat
Bow to leper messiah"