Μια βόλτα με τον νου, στην Αθήνα του 1961, στα παραπήγματα και στα χαμόσπιτα, στα μικρά και ανήλιαγα στενά, είναι η απόδειξη πως αυτή η συνοικία όχι απλά δεν ήταν όνειρο, αλλά ήταν πέρα για πέρα αληθινή.
Η ταινία ορόσημο «Συνοικία το όνειρο» μεταφέρεται στην θεατρική σκηνή του Γυάλινου Μουσικού Θεάτρου και η απόδοση της είναι τουλάχιστον ανατριχιαστική. Ο Ρίκο, μόλις έχει αποφυλακιστεί και γυρνάει στην παλιά του συνοικία, νέος ακόμα, όμορφος, ζυμωμένος από την φυλακή και έτοιμος για κόλπα που θα του φέρουν λεφτά. Στη συνοικία ζουν οικογένειες στην ένδεια στριμωγμένες σε μικρά σπίτια, κάθε οικογένεια με ένα όνειρο χωμένο κάτω από τα χιλιομπαλωμένα παπλώματα. Μια νέα κοπέλα που για να αποφύγει την μοίρα των γονιών της πέφτει σε κρεβάτια χωρίς έρωτα, ένας γέρος με το βάρος ενός άντρα που δεν κατάφερε να προσφέρει τίποτα στην οικογένεια του, γυναίκες που γέρασαν ξενοπλένοντας και ένα νέο ζευγάρι που έχει μόνο την αγάπη του, πόσο μακριά είναι αυτή η συνοικία της φτώχεια στο έγκλημα και πόσο κοντά είναι στο όνειρο; Η παράσταση καταφέρνει να σε μεταφέρει αμέσως σε αυτή τη γειτονιά του 1961 και αυτό επιτυγχάνεται αρχικά με την εξαιρετική σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη. Είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για αυτή την σκηνοθετική προσέγγιση χωρίς να προδώσει τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται για αυτό θα αναφέρω απλώς ότι η γέφυρα μεταξύ της θεατρικής διασκευής και της ταινίας είναι υποδειγματική χωρίς στιγμή να αναιρεί η μία την άλλη.
Ο επόμενος πυλώνας του έργου είναι το cast, το οποίο είναι σύσσωμο εξαιρετικό. Ο κάθε ηθοποιός μοιάζει να έχει προσεγγίσει εξαιρετικά τον ρόλο του. Ο Μάνος Βακούσης ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του, δίνει όλη του την ψυχή πάνω στην σκηνή ενώ μοιάζει η κάθε λέξη του να στοχεύει με εξαιρετική απόδοση κατευθείαν στον θεατή. Ο Γιωργής Τσαμπουράκης προσεγγίζει τον Ρίκο από μια δική του θαρρεί κανείς ματιά χωρίς να αντιγράφει σε τίποτα τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Ανάμεσα στο εξαιρετικό cast ξεχωρίζει η Μαρία Φιλίππου καταφέρνοντας να μεταφέρει απόλυτα στον θεατή την κούραση μιας γυναίκας που έχει επωμιστεί ένα ολόκληρο σπίτι στους ώμους της ενώ κάποτε ήταν νέα, γεμάτη όνειρα και όρεξη για ζωή. Ξεχωρίζουν επίσης η Σοφία Μυλωνάκου η οποία έπαιζε κυριολεκτικά χρησιμοποιώντας σε κάθε της κίνηση όλο της το κορμί, μεταδίδοντας αυτή την νεανικότητα μέσα στα παραπήγματα που γερνούν τους ανθρώπους και ο Γεράσιμος Σοφιανός, σε μια εξαιρετική πόλωση της πλούσιας ματαιοδοξίας αντιδιαμετρικά αντίθετα από τα χαμόσπιτα. Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δοθεί και στην επιλογή της ζωντανής ορχήστρας επί σκηνής και της μαγικής φωνής του Ζαχαρία Καρούνη. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια, θα μοιραστώ μαζί σας απλά ότι το να ακούς επί σκηνής, μετά από δύο χρόνια κλειστών θεάτρων και μετά τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη, το θρυλικό «Βρέχει στην φτωχογειτονιά» με την συγκλονιστική φωνή του Ζαχαρία Καρούνη και ένα σύσσωμο θέατρο να ψιθυρίζει τους στίχους από την λαχτάρα αλλά να μην τους τραγουδά για να μην χαλάσει την ερμηνευτική στιγμή είναι τουλάχιστον συγκινητικό.
Κάτι που ίσως δεν ήξερες: Η ταινία «Συνοικία το όνειρο» λογοκρίθηκε όσο λίγες με την αιτιολογία «Έδειχνε πολλή φτώχεια» καθώς ήταν γροθιά στην ωραιοποιημένη κοινωνία που πάσχιζαν να αναδείξουν.