Spencer - Κριτική

O Pablo Larrain το 2016 μας έδωσε μια από τις πιο αξιομνημόνευτες βιογραφίες των τελευταίων ετών με το Jackie το οποίο αφορούσε την Jackie Kennedy και τις ημέρες που διαδέχθηκαν την δολοφονία του συζύγου της και τότε πρόεδρου των ΗΠΑ, John F. Kennedy. Επρόκειτο για ένα τρυφερό αλλά και ωμό κινηματογραφικό πορτρέτο μιας γυναίκας στα πρόθυρα της πνευματικής κατάρρευσης που πάσχιζε να αντεπεξέλθει στην ζοφερή πραγματικότητα. Η κυκλοφορία του Jackie αποτελούσε συνάμα την έναρξη μιας άτυπης τριλογίας που αφορούσε σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου του δημιουργού «Θλιμμένες Πριγκίπισσες». Τα καμώματα της Αγγλικής Βασιλικής Οικογενείας είναι και πάλι στο επίκεντρο της προσοχής αφενός λόγο των διαφόρων δημοσίων σκανδάλων που έχουν κατακλύσει τα tabloids και αφετέρου χάρη στην πρωτοφανή επιτυχία του The Crown, της πολυβραβευμένης σειράς του Netflix που καταπιάνεται με την ιστορία της δε οικογενείας από τις αρχές του 20ου αιώνα έως και σήμερα.

Δυστυχώς όσον αφορά την δραματοποιημένη απεικόνιση των βιωμάτων της αναμφίβολα πιο αμφιλεγόμενης αλλά και αγαπητής προσωπικότητας που πέρασε από τις αίθουσες του βασιλικού μεγάρου, της Diana Spencer, υπάρχει μια τάση αγιοποίησης του προσώπου εις βάρος του ρεαλισμού. Είναι αναμφίβολο ότι ως άνθρωπος αποτέλεσε ένα άτομο που σημάδεψε την κουλτούρα του 20ου αιώνα και το όνομα της ηχεί με βρόντο ακόμη και δεκαετίες μετά τον τραγικό θάνατο της. Όμως όσοι αποπειράθηκαν να μελετήσουν τον άνθρωπο πίσω από τον θρύλο, το έκαναν με έναν αποστειρωμένο σχεδόν δειλό τρόπο. Το Diana με την Naomi Watts ήταν μια εμετικά μελό σαπουνόπερα και η παρουσία της στην προαναφερθείσα σειρά του Netflix θίγει επιφανειακά μόνο την ψυχοσύνθεση της. Και εδώ διαφοροποιείται η ταινία του Larrain.

Ακόμη και αν το σενάριο του Steven Knight του έμπειρου και ταλαντούχου μα συνάμα ασυνεπή -όσον αφορά την ποιότητα των δειγμάτων του- σεναριογράφου προς την κορύφωση πασχίζει να κρατήσει την ροη σε ένα ιδανικό ρυθμό, παραμένει μια άκρως γοητευτική εξέταση των βιωμάτων της Diana. Παρά την προφανέστατη τρυφερότητα και συμπάθεια προς το πρόσωπο, ο Knight δεν φοβάται να αναδείξει τόσο τις θετικές πτυχές της όσο και να καταδείξει τις αρνητικές της. Σε καμία περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με μια ιερή μορφή δίχως ψεγάδια.

Η Diana του Knight είναι μεν μια νευρωτική φιγούρα μα και ταυτόχρονα μια χαρισματική και γεμάτη καλοσύνη μορφή. Για κάθε ξέσπασμα δικαιολογημένο και μη υπάρχει και μια στιγμή όπου η Diana αφήνει τον εαυτό της ευάλωτο και αποκαλύπτει τόσο την τραγικότητα όσο και την πνευματική της ομορφιά. Σε αυτές τις σκηνές χάρη σε μεγάλο βαθμό και στην στιβαρή σκηνοθεσία του Larrain, το κοινό δεν μπορεί παρά να ερωτευτεί την συγκεκριμένη εκδοχή της Πριγκίπισσας Diana.

Η σκηνοθεσία είναι στο μεγαλύτερο μέρος της ευρηματική. Ο Larrain στήνει με μαεστρία ένα εξαιρετικό ψυχολογικό θρίλερ πρωτίστως. Βιώνουμε μαζί με την πρωταγωνίστρια έναν υπαρξιακό εφιάλτη. Κάθε καρέ, κάθε σεκάνς αποπνέει έναν τρόμο. Έναν τρόμο που πηγάζει από το κλειστοφοβικό και ασφυκτικά καταπιεστικό περιβάλλον γύρω της. Οι σκηνές αυτές ξεχειλίζουν από ένταση και εισάγουν τον θεατή κατευθείαν στον νου της ηρωίδας. Όμως ο δημιουργός δεν αμελεί και να προσδώσει μερικά οπτικά πανέμορφα στιγμιότυπα ξέγνοιαστης γαλήνης. Το ταξίδι που διανύει η πρωταγωνίστρια και κατά επέκταση το κοινό είναι τόσο επίπονο όσο και λυτρωτικό. Με την έκβαση της ταινίας δεν μπορούμε παρά να ταυτιστούμε με την Diana και να χαρούμε με τις χαρές της αλλά και να συμμεριστούμε την μελαγχολία της.

Η φωτογραφία της Claire Mathon είναι εικαστική αριστεία και μια σίγουρη υποψηφιότητα στα επερχόμενα κινηματογραφικά βραβεία. Ο τρόπος κινηματογράφησης της φέρνει στον νου τόσο έναν αναγεννησιακό πινάκα όσο και εικόνες από το The Shinning του Stanley Kubrick. Όμως όσον αφορά τον τεχνικό τομέα επισκιάζεται αναμφίβολα από τη αριστουργηματική μουσική επένδυση του Johnny Greenwood. Η μουσική του προσαρμόζεται αρμονικά με τις αλλεπάλληλες εναλλαγές όσον αφορά την ατμόσφαιρα και χαρακτηρίζεται από μια πρωτοφανή ποικιλία ήχων και συνθέσεων που σε ουδεμία περίπτωση φαντάζει ως υπερβολική ή ασυνάρτητη.

Στον τομέα των ερμηνευτών η όλη προσπάθεια κινείται σε ένα ανώτερο επίπεδο. Ο Sean Harris προσδίδει σε κάθε του σκηνή ένα απαράμιλλο συναισθηματικό βάρος ωθώντας τον θεατή να πιστέψει ότι ο ίδιος ηθοποιός θα μπορούσε να ανορθώσει ακόμη και σκηνή στο Power Rangers. H Sally Hawkins είναι μια ευχάριστη παρουσία σε έναν -δυστυχώς- μικρό ρόλο.

Όμως, η ταινία ανήκει εξ ολοκλήρου στην Kristen Stewart. Παρά τις μηδαμινές ομοιότητες με το αληθινό πρόσωπο, η ηθοποιός υιοθέτει τις νευρώσεις και την συμπεριφορά της Diana σε ένα τρομακτικό βαθμό. Η ερμηνεία της είναι σπαρακτική, αφοσιωμένη, παθιασμένη και χαρακτηρίζεται τόσο από μια τραγικότητα που στοιχειώνει τον θεατή όσο και από μια απροσδόκητη κωμικότητα που σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει τα όρια της καρικατούρας. Η ερμηνεία της Stewart είναι δίχως υπερβολές και περιαυτολογίες μια από τις καλύτερες ερμηνείες των τελευταίων ετών και σίγουρα η καλύτερη απεικόνιση της Diana Spencer.

Παρά τα ορισμένα ευδιάκριτα στραβοπατήματα ως συνολικό αποτέλεσμα το Spencer του Pablo Larrain είναι μια σπουδαία ταινία. Σέβεται μα και προκαλεί την μαγική σχεδόν υπόσταση της προσωπικότητας που πραγματεύεται μα και ταυτόχρονα υπερβαίνει τα στενά όρια του είδους των βιογραφικών ταινιών και προσφέρει μια αλησμόνητη κινηματογραφική εμπειρία.

Rating:


Xώρα: Η.Π.Α., Γερμανία, Χιλή, Αγγλία
Έτος: 2021
Χρώμα: Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Pablo Larrain

Πρωταγωνιστούν: Sally Hawkins, Sean Harris, Kristen Stewart
Διάρκεια: 117'

Τελευταία