ΠΡΟΣΟΧΗ: Το κείμενο που ακολουθεί περιέχει περιγραφές από σκηνές βίας, καθώς και εικόνες που απεικονίζουν βία
Requiem For A Dream, Black Swan, Climax, Once Upon A Time In America, In The Earth, Prisoners Of The Ghostland. Ακραία βίαιες ταινίες αγαπημένων σκηνοθετών που είχα την ευκαιρία να καλύψω στο depart. Σήμερα έχω την ευκαιρία να καλύψω μια, εκ πρώτης όψεως, πιο βίαια ταινία απ’ αυτές αλλά που τελικά είναι τόσα παραπάνω από κάθε άποψη.
Είναι η δεύτερη πιο γνωστή ταινία, μαζί με το Audition, του σκηνοθέτη της Takashi Miike. Ο Miike είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση στην ιστορία του κινηματογράφου. Πιθανότατα ο πιο εργατικός σκηνοθέτης που έχει υπάρξει, το 2021 κλείνει τριάντα χρόνια καριέρας και μετράει 111 σκηνοθετικά credits σύμφωνα με το imdb. Είναι δύσκολο να μιλήσεις σε πρώτη φάση για τους συνδετικούς ιστούς του έργου του. Σίγουρα κάτι θα σου έχει ξεφύγει, κάτι που θα παραμείνει αθέατο καθώς κάποιες ταινίες του απλά έχουν χαθεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, μια πλήρης συλλογή τους θα μπορούσε να είναι μόνο το επί τούτου έργο κάποιου ερευνητή.
Εγώ θα σταθώ σε μια φράση από συνέντευξη του για το Ichi. «Η βία, η ειρήνη, η αγάπη και το σεξ υπάρχουν μέσα σε όλους τους ανθρώπους». Το είπε αναφορικά με το ότι δεν θεωρεί τις ταινίες του απλά βίαιες παρόλο που αυτό παρατηρούν πρώτα οι θεατές. Έχοντας δει κάτι παραπάνω από δέκα ταινίες του, θα συμφωνήσω και θα σας εξηγήσω αναλυτικά πως αυτό εφαρμόζεται στο, γενέθλιο σήμερα, Ichi The Killer.
Εκ πρώτης όψεως μια ταινία Yakuza, στην πρώτη σκηνή της ταινίας βλέπουμε τα μέλη της συμμορίας Anjo, μαζεμένα όσο ο αρχηγός τους την περνάει φίνα σε μια ερωτική φωλιά. Μένουμε περισσότερο στον Kaneko (SABU) ο οποίος ανησυχεί για την ασφάλεια του αφεντικού και στη συνέχεια μιλάει στο τηλέφωνο με τον γιό του Takeshi (Hiroshi Kobayashi) που τον παρακαλάει να γυρίσει κλαίγοντας.
Η κάμερα διασχίζει την πόλη με ιλιγγιώδη ταχύτητα, στο στυλ των ταινιών του Shin’ya Tsukamoto και στη συνέχεια βρίσκει τον Ichi (Nao Omori) να παρακολουθεί σ’ ένα μπαλκόνι την αγαπημένη του πόρνη που την δέρνει ο εραστής της. Εκείνος τον καταλαβαίνει αλλά μέχρι να βγει στο μπαλκόνι ο Ichi εξαφανίζεται, αφήνοντας μόνο το σπέρμα του πάνω σ’ ένα φυτό. Μέσα απ’ τις σταγόνες στο δάπεδο, εμφανίζεται ο τίτλος της ταινίας.
Αμέσως μετά συναντάμε τον ίδιο τον Tsukamoto στον ρόλο του μυστηριώδη Gigi, χειριστή του Ichi. Περιμένει με τα άλλα δύο τσιράκια του να καθαρίσει το μακελειό που θα σκορπίσει ο Ichi στην ερωτική φωλιά του Anjo. Το δωμάτιο καταλήγει καλυμμένο μ’ αίμα κι εντόσθια από γωνιά σε γωνιά. Μέσα σε τρία πλάνα συμβαίνει το μοντάζ καθαρισμού που καταλήγει στο πρόσωπο του Kakihara (Tadanobu Asano) υπαρχηγού του Anjo, που αναρωτιέται μαζί με την υπόλοιπη συμμορία τι απόγινε το αφεντικό.
Ακολουθεί η αναζήτηση του Kakihara, για έναν άνθρωπο που είναι πολλά παραπάνω από αφεντικό, είναι ο μόνος που μπορεί να ικανοποιήσει τον ασίγαστο μαζοχισμό του. Από ένα σημείο κι έπειτα που γίνεται ξεκάθαρο ότι ο Anjo έχει πεθάνει, ο αδιάφορος και κουλ συγκριτικά με κάθε άλλον χαρακτήρα στην ταινία, Kakihara ψάχνει τον Ichi, όχι για εκδίκηση αλλά ακριβώς γιατί είναι ο μόνος που μπορεί να ανάψει το αίμα του, να του δώσει τον πόνο που ζητάει.
Αναφορικά με τον Ichi, ένας συνεργάτης του Kakihara λέει πως πρέπει να είναι απόλυτα σαδιστής παρόλο που ο σαδισμός κι ο μαζοχισμός συνυπάρχουν στους περισσότερους ανθρώπους. Το φέρσιμο του Ichi το επιβεβαιώνει. Βρίσκεται συνέχεια σε πόνο, ερεθίζεται μπροστά στην κακοποίηση και την ιστορία μιας συμμαθήτριας του που την βίασαν κι έχει φυτέψει στο κεφάλι του ο Gigi και βιώνει την σεξουαλική εκτόνωση μαζί με την απόλυτη σαδιστική του βία.
Αυτό το μονομερές μοτίβο παιδικής ψυχολογίας, ακολουθούν κι οι άλλοι χαρακτήρες. Ο πατέρας του Takeshi θέλει να αποδείξει ότι δεν είναι άχρηστος πιάνοντας τον Ichi και συνέχεια συγκρούεται με τις ανεπάρκειες του. Το ένα τσιράκι του Gigi σκέφτεται μόνο την πρέζα ενώ το άλλο μόνο το σεξ, η Karen (Paulyn Sun) θέλει να είναι υποτακτική κάποιου, είτε του Anjo είτε του Kakihara είτε του Ichi. Μόνο ο Gigi φαίνεται να κρατάει την εγκεφαλικότητα του και να μηχανογραφεί χειριζόμενος τα σκοινάκια που κρατάνε τον Ichi και τροφοδοτώντας το μακελειό που προκαλεί.
Ακραία καρτουνίστικα συναισθήματα στην αναζήτηση κάποιας ψυχικής πλήρωσης πίσω απ’ την ακραία καρτουνίστικη βία που σκορπάνε όλοι οι βασικοί χαρακτήρες. Η ταινία είναι μεταφορά από manga κι υπάρχουν αρκετά set-pieces που το κάνουν ξεκάθαρο αυτό. Ένας άντρας που κρέμεται από γάντζους κι ο Kakihara τον καρφώνει με τις αγαπημένες του τεράστιες πινέζες, κουβάδες αίματος και κομμένα μέλη από τα λεπιδοφόρα παπούτσια του Ichi, μια βία άμεση και δοσμένη μέσω μιας ιδανικής μίξης πρακτικών και ψηφιακών εφέ.
Ο Miike στην προαναφερθείσα συνέντευξη αναφέρει και πως χρησιμοποίησαν τα εφέ σαν εργαλείο χωρίς να τα αφήσουν να καθορίσουν το σύνολο της σκηνοθεσίας. Προσπάθησαν να βρουν την ιδανική λύση για κάθε πρόκληση και θεωρούσε πως το κοινό θα το δει και θα το εκτιμήσει αυτό. Προσωπικά και έχοντας δει την ταινία πάνω από πέντε φορές απ’ τα δεκαπέντε μου χρόνια κι ύστερα, μπορώ να πω πως είναι μια απ’ τις πιο αγέραστες b-movies που υπάρχουν. Τα «κακά» εφέ είναι μέρος του χαρακτήρα της, του οριακά live action anime οπτικοακουστικού πεδίου που πετυχαίνει, της διεστραμμένης παιδικότητας της.
Αναφέρομαι ξανά και ξανά σ’ αυτή την παιδικότητα γιατί κι ερμηνεία μου με βάση το φινάλε, είναι πως ό,τι βλέπουμε αποτελεί μια προβολή του βασανισμένου μυαλού του Takeshi. Ο Takeshi όσο εμφανίζεται στην υπόλοιπη ταινία είναι πολύ συνεσταλμένος μ’ ένα πολύ μικρό αναλογικά ξέσπασμα στην σκηνή της κορύφωσης όπου όλοι οι βασικοί χαρακτήρες συγκρούονται. Στο τελευταίο πλάνο μένουμε σε αυτόν σε μεγαλύτερη ηλικία και σε μια κομβική σκηνή, μπλέκεται μονταζιακά αυτός, ο πατέρας του κι ο Ichi.
Δεν θέλω να σας κάνω κάποιο παραπάνω spoil αλλά θα δείτε και μόνοι σας πως υπάρχουν όλα τα σημάδια ώστε η ταινία να ανυψωθεί από την παράδοση του nansensu, με την οποία ασχολήθηκε ο Miike κατά κόρων στην τριλογία του Dead Or Alive, και να διαβαστεί σαν την ψυχολογική εσωτερική διαμάχη ενός παρατημένου και κακοποιημένου παιδιού. Πως η πλευρά του που απολαμβάνει να πονάει πρέπει να συγκρουστεί μ’ αυτήν που απολαμβάνει να δίνει πόνο ώστε αυτός να μεγαλώσει, να συνεχίσει τη ζωή του παρά τους ανεπαρκείς ή ακόμα και επικίνδυνους ενήλικες που τον περιστοιχίζουν.
Οι περισσότεροι απ’ τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες πραγματεύονται την βία. Επαναλαμβάνω πως σε πρώτο επίπεδο, αυτό βλέπουν οι περισσότεροι στον Takashi Miike. Προσωπικά, στα περισσότερα έργα του και στο ίσως χαρακτηριστικότερο του, Ichi The Killer, εγώ απομονώνω το στοιχείο της αγάπης όπως προκύπτει από την επιθυμία.
Ήταν συγκλονιστική ανακάλυψη πέρσι μες τις καραντίνες που άρχισα να τον ξαναβλέπω, πως τελικά είναι ένα αρκουδάκι αγκαλίτσας που μασκαρεύεται πίσω από όποια ακραία διαστροφή υπάρχει. Πάνω απ’ όλα όμως είναι ένας επαγγελματίας όπως τον χαρακτηρίζεται κι ο Tsukamoto, σ’ αντίθεση με το χαρακτηρισμό του χομπίστα σκηνοθέτη που δίνει στον εαυτό του.
Σας αφήνω με μια τελευταία δήλωση του Miike από τη συνέντευξη. Πως προσπαθεί να διατηρεί ένα καλό κλίμα στις παραγωγές του, πως άμα οι άνθρωποι που δούλεψαν για την ταινία πέρασαν καλά, τότε θα περάσουν καλά κι όσοι δουν την ταινία. Δεν ξέρω για σας αλλά αυτό μου βγάζει νόημα για έναν άνθρωπο που μπορεί να γυρίζει μέχρι και πέντε ταινίες τον χρόνο. Να σέβεται τους συνεργάτες του ώστε μια ολόκληρη βιομηχανία να τροφοδοτεί μια, κατά κάθε αντικειμενικό κριτήριο, δημιουργική εργασιομανία. Στα τριάντα της καριέρας σας, στα είκοσι του Ichi The Killer, στις 111 παραγωγές και σε όσες ακόμα έρθουν, με αγάπη αντίστοιχης της δικής σας, ευχαριστούμε κύριε Miike.