Αρχική EVENTSΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣDead Can Dance, 19/05/2022 @Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος

Dead Can Dance, 19/05/2022 @Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος

Από το 2012 όταν και επαναδραστηριοποιήθηκαν συναυλιακά, δεν έχω χάσει εμφάνιση των Dead Can Dance εν Αθήναις. Δύσκολο να επιτρέψω στον εαυτό μου να μη δει ζωντανά το συγκρότημα που θεωρώ σύμφυτο με τη ζωή μου από την ενηλικίωση και μετά, αυτούς που μου δίδαξαν τι σημαίνει μουσική που προκαλεί ανάταση και συναισθήματα τα οποία δεν κατατάσσονται στην επίγεια σφαίρα. Η ανακοίνωση της επιστροφής τους, αυτή τη φορά στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, δε θα μπορούσε να μου προκαλέσει μεγαλύτερη χαρά μετά από δύο χρόνια χωρίς συναυλίες και με τις επακόλουθες φοβίες που προέκυψαν από την πανδημία να με ωθούν στο να τις αποφεύγω. Και εν τέλει ήταν ένα στοίχημα που κερδήθηκε στην ολότητά του καθώς οι Dead Can Dance του 2022 δείχνουν πόσο τους έλειψε το σανίδι και πόσο χαίρονται να βρίσκονται σε αυτό.

Στις 9:15 ακριβώς, όπως ήταν ορισμένο από το πρόγραμμα, οι Αυστραλοί ανέβηκαν στη σκηνή στην πρώτη τους «κλειστή» συναυλία στην Ελλάδα εδώ και πολλά χρόνια. Και μόλις ακούστηκαν οι πρώτες νότες του Yulunga, ξαφνικά ήταν σαν ο κόσμος όπως τον ξέρουμε να σταμάτησε να υπάρχει. Ακούγεται γραφικό και «εύκολο» αλλά είναι αλήθεια: η μουσική τους υπάρχει στο δικό της χωροχρόνο που, αν και συναντιέται με το δικό μας, σπάνια επηρεάζεται από τη στριφνότητα της γήινης πραγματικότητας. Η πανδημία και η απογοήτευση της καθημερινότητας για μια ώρα και σαράντα λεπτά αφορούσαν κάτι διαφορετικό από αυτό που συνέβαινε μέσα στην αίθουσα. Εκτός από δύο-τρεις «υπενθυμίσεις» δια στόματος Brendan Perry μέσω του Amnesia και της τάσης της ανθρωπότητας προς τη λήθη του παρελθόντος, του δεσίματος του ανθρώπου στη σύγχρονη εποχή σαν τον Προμηθέα στους στίχους του Black Sun και της αφιέρωσης του Children of the Sun στον Βαγγέλη Παπαθανασίου που απεβίωσε λίγες ώρες πριν.

Το setlist κινήθηκε σε γνώριμες επιλογές, χωρίς όμως να φτάνει τον best-of χαρακτήρα της συναυλίας του 2019. Είναι πάντα ευχάριστο να βλέπει κανείς πως το Spleen And Ideal ξαναέχει θέση στις συναυλίες τους με τα Mesmerism και Avatar, όπως και το ότι το Anastasis αντέχει τελικά τόσο πολύ στο χρόνο (εκτός από το Children of The Sun και το Amnesia ακούστηκε και το Opium). Το Ubiquitous Mr. Lovegrove έδωσε στη συναυλία το groove που ενδεχομένως χρειαζόταν, το The Carnival Is Over παραμένει ένα σταθερά γλυκόπικρο βίωμα και ο πανζουρλισμός που έλαβε χώρα στο άκουσμα του Cantara ήταν δεδομένος. Όπως δεδομένο ήταν και το βούρκωμα στο In Power We Entrust The Love Advocated, η ψυχική λύτρωση στο Sanvean, η μυσταγωγία του Bylar και το γνήσιο θρησκευτικό Δέος σε κάθε φωνητική γραμμή του Host of Seraphim. Δεδομένη δεν ήταν ωστόσο η συμμετοχή του κοινού στο Dance of The Bacchantes που με χειροκροτήματα και κραυγές συμμετείχε ενεργά στο διονυσιακό γλέντι, με την μπάντα από σκηνής να το χαίρεται εμφανώς. Όπως δεδομένη δεν ήταν και η έκπληξη του Persian Love Song με τη Lisa Gerrard μόνη επί σκηνής να κάνει το κοινό να κρατά επί τρία λεπτά την ανάσα του μην τυχόν και χαλάσει τη μαγεία της στιγμής. Το δε encore με την τριπλέτα Children of The Sun-The Wind That Shakes The Barley-Severance όχι μόνο μας έκανε να δούμε την ισορροπία του setlist αλλά σταδιακά μετέτρεψε την Gerrard από φωτεινή δύναμη σε φωνή πόνου και τον Perry από το σκοτεινό στοιχείο του συγκροτήματος σε φωνή ελπίδας. Το φως και το σκοτάδι σε πλήρη ισορροπία και μέσω των εύστοχων επιλογών. Αγνή ιδιοφυία.

Μιλώντας περί απόδοσης του συγκροτήματος, είναι εμφανές ότι το ιδρυτικό δίδυμο των Dead Can Dance μεγαλώνει σαν το καλό κρασί. Οι φωνές τους, αν όχι αγέραστες, έχουν μεστώσει με τέτοιο τρόπο ώστε τα κομμάτια να υποτάσσονται στη θέλησή τους και να εντείνουν τη σαγήνη τους. Οι δε συνθέσεις δεν έμειναν σε μια κλινική εκτέλεση των στουντιακών εκδοχών τους, αλλά έγιναν προσαρμογές που δίνουν μια παραπάνω ζωντάνια. Το κλείσιμο του In Power We Entrust… «τεντώθηκε» εύστοχα για να έχει έναν πιο συναυλιακό χαρακτήρα, ο “Casio” ήχος του αρμονίου στο Black Sun αντικαταστάθηκε με έναν πιο επιβλητικό και σύγχρονο και το Amnesia ενισχύθηκε με συνοδευτικά πίσω φωνητικά. Τα μέλη που πλαισιώνουν το συγκρότημα έχουν δέσει απόλυτα με το ιδρυτικό δίδυμο, με προεξάρχοντα τον αδερφό του Brendan Perry στα κρουστά και τα πνευστά. Όλα τα παραπάνω συνετέλεσαν σε ένα άψογο κλίμα, με τη μπάντα σαφώς πιο χαμογελαστή απ’ όσο την έχουμε συνηθίσει επί σκηνής (ακόμα και πειράγματα λάμβαναν χώρα μεταξύ τους εκτός μικροφώνου) και το κοινό να ανταποκρίνεται σε βαθμό που το κενό μεταξύ κυρίως σετ και encore συνοδεύτηκε από αδιάκοπο χειροκρότημα και ποδοβολητό στο πάτωμα.

Τέλος δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην άψογη διοργάνωση. Με εύκολη είσοδο και έξοδο από το κτίριο, προσβασιμότητα σε άτομα με ειδικές ανάγκες και τήρηση του προγράμματος στην εν τέλεια, μια μεσοβδόμαδη συναυλία διεξήχθη ομαλά σε βαθμό που μπορέσαμε να την απολαύσουμε και να γυρίσουμε και σπίτι μας χωρίς ιδιαίτερη ταλαιπωρία πριν τα μεσάνυχτα. Ο δε κλειστός χώρος που αντικατέστησε τον νυχτερινό ουρανό κάτω από τον οποίο είδαμε τις τρεις προηγούμενες φορές το συγκρότημα λειτούργησε υπέρ της συναυλίας, δίνοντας άλλοτε μια αίσθηση οικειότητας και άλλοτε μια πιο μεγαλειώδη ατμόσφαιρα με την αντήχηση της μουσικής στο χώρο.

Δύο χρόνια χωρίς συναυλίες ήταν πολλά. Και σίγουρα αρκετές αλλαγές εντός κι εκτός του κάθε ατομικού μικρόκοσμου συνέβησαν σε αυτό το μεσοδιάστημα. Η επιστροφή όμως σε μια σχετική κανονικότητα με μια συναυλία σαν αυτή ήταν ικανή για να δημιουργήσει ελπίδες για ένα λιγότερο σκοτεινό και τρομακτικό μέλλον. Αν και θα ακολουθήσουν κι άλλες, αυτή θα είναι η συναυλία που θα μνημονεύω ως την κορυφαία της χρονιάς στη λήξη της, έστω κι από ψυχαναγκασμό και δε βλέπω την ώρα για την επόμενη επίσκεψή τους.

Τελευταία