Αρχική EVENTSΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣAdolf Plays The Jazz, Mammock, 15/05/2022 @Romantso

Adolf Plays The Jazz, Mammock, 15/05/2022 @Romantso

Είχα πολύ καιρό να ακούσω κάτι από τους Adolf Plays The Jazz, ένα συγκρότημα που ανακάλυψα πολλά χρόνια πίσω, τυχαία μέσω φίλων σε ηλικία που δύσκολα καταλαβαίνεις ακριβώς τι προσπαθεί να φτιάξει. Γι’ αυτό και ξεκίνησα γράφοντας συγκρότημα, ενώ στην πραγματικότητα οι Adolf Plays The Jazz πιο πολύ υιοθετούν τη μορφή της κολλεκτίβας, με τους μουσικούς που τους απαρτίζουν να βρίσκονται σε μία συνεχή κίνηση, να φεύγουν, να επιστρέφουν, να μένουν κάποιες φορές. Αυτό τους επιτρέπει με λίγο μεγαλύτερη άνεση να αφήνουν μεγάλα κενά ανάμεσα στις δουλειές τους.

Από την τελευταία κυκλοφορία του πολυαγαπημένου μου Tinder λοιπόν το 2015 αλλά και το EP Collapse/Thief την ίδια χρονιά, δεν είχαμε ακούσει πολλά καινούρια πράγματα από τη γειτονιά του Αδόλφου (που δε θα κουραζόμαστε ποτέ να λέμε πως ουδεμία σχέση έχει με το νΑδόλφο που κάνεις άμεσα σύνδεση, βρε). Με ένα μεγάλο μπαμ όμως ξεκίνησαν οι ηχογραφήσεις του Low Life | We can’t lose | We have already lost. Ένας εξαίσιος τίτλος που περιγράφει επαρκώς το περιεχόμενό του. Με ένα μεγάλο μπαμ έκλεισαν οι ηχογραφήσεις, αφού λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση και το τύπωμα του, έφτασε και η ώρα να παρουσιαστεί ζωντανά με παρέα των εξίσου αγαπημένων μου, Mammock.

Ένα όνειρο θερινής νυκτός λοιπόν στο Ρομάντσο, με ακόμη πιο ονειρικό το γεγονός της ελεύθερης εισόδου. Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό, να βλέπεις πως σε τέτοιες ζωντανές εμφανίσεις, τα σχήματα έχουν επιτέλους αρχίσει να αλληλοστηρίζονται και να εντοπίζεις στο κοινό φάτσες που αναγνωρίζεις, επειδή παίζουν κάπου αλλού. Ναι γινόταν αυτό και παλαιότερα, αλλά αυστηρά σε κλίκες μεταξύ μουσικών ειδών. Η πλάστιγγα όμως έχει αρχίσει να ανοίγει θεωρώ και ο genre-ελιτισμός κάπως, να αποτινάζεται από την underground σκηνή της Αθήνας.

Πρώτοι στη σκηνή οι εξαιρετικοί Mammock που άφησαν την υπογραφή τους με το Itch του 2020. Ροκ για αρχόντους, με math ήχο και hardcore στοιχεία, και λίγα ακόμη πράγματα γιατί απλά μπορούν, θυμίζουν ελαφρώς τον τρόπο προσέγγισης των The Dillinger Escape Plan χωρίς να τους κοπιάρουν κι αυτό είναι μεγάλη κουβέντα. Μεγάλοι φανς του Tom Robbins αν προσέξει κανείς καλά τις πλατφόρμες τους, αυτό για έναν εξίσου μεγάλο φαν φαίνεται στη μουσική τους αλλά και τη σκηνική τους παρουσία. Γιατί απλά δεν τους νοιάζει κι έχουν αποδεχτεί την ατέρμονη ειρωνεία της ζωής.

Επί σκηνής οι Mammock είναι μια τριάδα που προσπαθεί να περιορίσει μα στην ουσία τροφοδοτεί, μια θεότρελη (πάντα με την καλύτερη έννοια) σκηνική παρουσία εκ μέρους του Αντρέα στα φωνητικά, που τόσο από άποψη φωνητικής απόδοσης όσο και χορογραφίας θα τολμούσα να πω, τραβάει τα βλέμματα και τα χειροκροτήματα. Λίγο πιο δυνατά να ήταν το μικρόφωνό του, θα ήταν ιδανικό. Παράλληλα κάποια μικροθεματάκια στον ήχο υπήρξαν, με τα μπάσα -σε μπάσο αλλά και τύμπανα – να είναι αρκετά αυξημένα και οι κιθάρες να διακρίνονται μεν, αλλά οριακά. Έχω τεράστια φαγούρα (συγγνώμη το έκανα) να τους ξαναδώ σύντομα με καλύτερο ήχο. Κάτι μου λέει ότι αυτό δε θα αργήσει, αφού ο δεύτερος δίσκος τους είναι στο φούρνο και το timer κοντεύει να χτυπήσει για να τον βγάλουνε.

Θα πω όμως εδώ για να μου δώσω πάσα στην εμφάνιση των Adolf, ότι είμαι αρκετά πολύ σίγουρη πως το πρόβλημα στον ήχο δεν οφείλεται ούτε στις μπάντες ούτε στην ηχοληψία, αλλά στον ίδιο το χώρο. Το λέω αυτό χωρίς προφανώς να ρίχνω φταίξιμο στη διαχείριση από το Ρομάντσο, είναι άλλωστε κατ’ εξοχήν εκθεσιακός χώρος και όχι κατ’ αποκλειστικότητα συναυλιακός κι αυτό του στερεί λίγο από τις ομολογουμένως, υψηλές ηχητικές απαιτήσεις των αποψινών εμφανιζόμενων. Έτσι νομίζω δηλαδή και από προηγούμενες συναυλίες που έχω παρευρεθεί, ωστόσο αν κρίνω λάθος διορθώστε με.

Πάντα εντυπωσιακά, πάντα δυνατά, έτσι ξεκινάει κι έτσι παραμένει μια ζωντανή εμφάνιση των Adolf Plays The Jazz. Κάτι που αξίζει ολότελα στη νέα τους δημιουργία που τις λίγες μέρες που κυκλοφόρησε και πρόλαβα να την ακούσω, είδα το ηχητικό υπερθέαμα να ξετυλίγεται μπροστά μου. Και μάλιστα όχι μόνο ηχητικό αλλά και οπτικό, αφού τα παιδιά έχουν κάνει τρομερή δουλειά στο να συλλέξουν artworks για τη δημιουργία των hard copies τους. Η special edition μάλιστα του δίσκου βινυλίου συμπληρώνεται από ένθετο που σε κάθε copy, είναι διαφορετικό. Και σε τιμές που δε δικαιολογείται να μην το αγόρασες ακόμη.

Πίσω στη σκηνή όμως, οι Adolf με το ζόρι χωράνε πάνω της και αυτό δε το λέω τόσο επειδή είναι πολλά άτομα – αυτή τη στιγμή απαριθμούν τα οκτώ, αλλά κι επειδή γεμίζουν το χώρο με την ηχητική τους παρουσία. Αν και στην αρχή, η δυνατή ένταση στην οποία πάντα και συνειδητά παίζουν, δυσκόλευε λίγο τη μαγεία των πολυεπίπεδων συνθέσεων τους να απογειωθεί όπως της αξίζει. Να γίνουν αυτά τα επίπεδα πλήρως ευδιάκριτα. Με πολλές προσπάθειες όμως ο ήχος σταδιακά βελτιωνόταν – αισθητά, και χανόσουν έπειτα σε αυτό το δικό τους παραλήρημα. Ένα χάσιμο όχι τόσο τζαζ αλλά λίγο περισσότερο noise και πειραματικό.

Η Νεφέλη στα φωνητικά πλαισιώνει με ιδιαίτερο τρόπο τις ολοκαίνουριες συνθέσεις του Low Life, ωστόσο όταν τραγουδούσε κάτι στον ήχο του μικροφώνου κάλυπτε αρκετά από τα ιδιαίτερα σημεία που παιζόντουσαν από πίσω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα επίπεδα που λέγαμε πριν να λάμπουν λίγο περισσότερο κατά την απουσία της Νεφέλης από τη σκηνή – ιδιαίτερα σε παλαιότερα κομμάτια – πράγμα για το οποίο όμως δεν φταίει καθ΄΄ολου η ίδια αλλά θα μείνω στα ηχητικά θεματάκια. Η παρουσία της άλλωστε είναι κομβικό σημείο του Low Life και η ίδια το απέδειξε περίτρανα.

Κομβικό σημείο για τους Adolf Plays The Jazz και η παρουσία visuals, τα οποία έχουν δουλευτεί και επιλεχθεί με προσοχή – ειδικά το κομμάτι με τις κατεδαφίσεις έδινε αυτή τη λίγη εξτρά ένταση που χωρούσε να προστεθεί – καθώς σίγουρα, δεν έλειψε. Οι Adolf απέδειξαν πως και σκηνικά, συνθετικά αλλά και σε σύσταση, έχουν βρει τον τρόπο κάθε φορά να αναγεννιούνται δημιουργικά και γι’ αυτό ανέκαθεν, τους γουστάρω τα μέγιστα.

Κλείνω με την επιθυμία μου να τους ξαναδώ σύντομα και με ακόμη πιο καθαρό ήχο, και τους δύο αλλά και με έναν προβληματισμό. Τι έλειπε από αυτή τη συναυλία λοιπόν για να χαρακτηριστεί DIY; Τίποτα, εκτός από κάποιον από πίσω να την ονομάσει έτσι. Η είσοδος ήταν ελεύθερη, αντίτιμο πλήρωνες μόνο για το ποτό σου και το merch των συγκροτημάτων, τα οποία οργάνωσαν την εμφάνιση μόνα τους σε ένα χώρο που τους παραχώρησαν (ο οποίος οκ μάλλον λειτουργεί σε καπιταλιστικό πλαίσιο και κόβει αποδείξεις και ουπς). Είναι μεγάλο δοκίμιο τι είναι τελικά DIY και τι όρια έχει και ποιους χωράει μέσα, αλλά κάπου πρέπει να την ξεκινήσουμε αυτή την κουβέντα, και καλό θα ήταν εδώ που ξέρω ότι τα άτομα για τα οποία γράφω, όσο και εμένα, μας αφορά. Όμως, μια άλλη φορά. Θέλουμε Mammock και Adolf Plays The Jazz ξανά, άμεσα.

Τελευταία