Φωτογραφίες: Σπύρος Κούρκουλας
Πολλές πρώτες φορές μαζεμένες… Πρώτη φορά που βρίσκομαι στην Τεχνόπολη για να παρακολουθήσω συναυλία, πρώτη φορά που βλέπω τους Panx Romana ζωντανά και πρώτη φορά που συνειδητοποίησα πώς είναι επί του πρακτέου εκείνο το μαγικό συναίσθημα της ενοποίησης του κοινού για το οποίο όλ@ @ συναυλιόφιλ@ κάνουν λόγο. Ένιωσα από τα πρώτα κιόλας λεπτά του live, να με αγγίζει απτά και να διαπερνά το σώμα μου ένα αίσθημα ενότητας, σαν να επικοινωνούσαμε υποσυνείδητα, με τους ανθρώπους που είχαν έρθει για να απολαύσουν το πάρτι που θα ακολουθούσε. Ένα πάρτι μέσω του οποίου οι Panx Romana γιόρτασαν, μαζί με αδελφικ@ συμπορευτ@ στην τέχνη και όχι μόνο, τα 40 χρόνια ακάθεκτου αγώνα, με τις εφηβικές τους αντοχές. Τα 40 χρόνια προσπάθειας δημιουργίας μιας ευαισθητοποιημένης κοινωνίας βασισμένης στην αποδοχή, την αλληλεγγύη, το γνήσιο ενδιαφέρον και την ανθρωπιά. Και, όπως φάνηκε, όλ@ εμείς που παρακολουθήσαμε αυτό το καταπληκτικό live, άτυπα συμφωνήσαμε πως δεν υπάρχουν περιθώρια αμφισβήτησης της συμβολής τους στο κοινωνικό έργο που προαναφέρθηκε.
Έχοντας φτάσει λίγο νωρίτερα από την ώρα που είχε ανακοινωθεί ως εναρκτήρια της συναυλίας, είχα την ευκαιρία να περιεργαστώ λίγο το χώρο ώστε να νιώσω κάπως πιο άνετα με αυτόν και να παρατηρήσω κάποιες λεπτομέρειες οι οποίες μου μετέδωσαν ακόμη περισσότερη θετική ενέργεια. Αναφέρομαι στα παιδιά που γέμιζαν το χώρο με το γέλιο τους, την ακατάπαυστη ενέργειά τους και την δίψα τους για παιχνίδι. Αναφέρομαι στα έφηβα πλάσματα με την σπίθα στο βλέμμα τους η οποία φανέρωνε τη διαρκή ετοιμότητά τους για αναζωπύρωση της φλόγας της αλλαγής. Αναφέρομαι στους συνομήλικους ή μη ανθρώπους που περιέγραφαν με νοσταλγικό ύφος και φωνή γεμάτη συγκίνηση και αγάπη τις προηγούμενες εμπειρίες τους από lives των Panx Romana με φυσικό επόμενο να δημιουργούνται υψηλές προσδοκίες για τη ζωντανή τους εμφάνιση η οποία θα επακολουθούσε. Παρατηρώντας όλα αυτά λοιπόν, πώς είναι δυνατόν να μην ανυπομονώ και να έχω θετική προδιάθεση για τη συνέχεια;
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
► Κοινοί Θνητοί
Ο ουρανός έχει ήδη ξεκινήσει να βάφεται με τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος που σημαίνει ότι κοντοζύγωνε η ώρα που θα ακούγαμε την πρώτη νότα της βραδιάς. Ήταν λίγο μετά τις 20:00, όταν οι Κοινοί Θνητοί έκαναν αισθητή την παρουσία τους στη σκηνή με έναν ήχο που αποτελεί υβρίδιο της heavy, hip hop και παραδοσιακής μουσικής. Ίσως ακούγεται τρελό σαν ιδέα αλλά οι Κοινοί Θνητοί έχουν καταφέρει να αναπτύξουν στα κομμάτια τους ένα συνονθύλευμα μουσικών στοιχείων με κοινή βάση την αγάπη τους για τη μουσική, γιατί πραγματικά ο τρόπος που επικοινώνησαν τη μουσική τους υποδηλώνει πως γουστάρουν στο έπακρο αυτό που κάνουν. Μας καθήλωσαν, για άλλη μια φορά με τους στίχους τους οι οποίοι περιγράφουν τις ανησυχίες τους, τα όνειρά τους, τη μαυρίλα και τη μιζέρια των ημερών διαχρονικά που απορρέουν από ανθρώπινο μυαλό ή «χέρι» και τις εξωπραγματικά απάνθρωπες κοινωνικές συνθήκες που συναντάμε από τη μια άκρη του πλανήτη μέχρι την άλλη.
Όταν ξεκίνησαν να παίζουν, κάποιες μικρές ατέλειες στον ήχο, όπως η χαμηλωμένη, συγκριτικά με τα υπόλοιπα όργανα, ένταση της κιθάρας, προκαλούσε την αίσθηση μιας βουβής μα ταυτόχρονα περίεργα εύρυθμης συνύπαρξης των οργάνων επί σκηνής. Βέβαια, με την πάροδο του χρόνου διορθώθηκαν έστω και σε μικρό βαθμό οπότε φαινόταν μικρότερο το χάσμα ανάμεσα στους ποικίλους ήχους που προέρχονταν από το κάθε όργανο. Ακόμα και σε αυτή τη συνθήκη ήταν εντυπωσιακό το πώς τα μουσικά όργανα αλληλοσυμπληρώνονταν με αποτέλεσμα να εναρμονίζουν το ηχητικό αποτέλεσμα. Φυσικά δεν μπορούσαν να λείπουν από μια τέτοια βραδιά κομμάτια τα οποία του έκαναν γνωστούς και έχουν αυτόματα συνδεθεί με το όνομά τους όπως το «Όμως», το «Μια Κραυγή» και το «Σ’ αυτή τη μηχανή». Μάλιστα, ο τρόπος με τον οποίο η ερμηνεία τους έκανε το κοινό να αισθανθεί δεμένο, λες και συμμετέχει έμμεσα μα ενσυνείδητα σε ένα κοινό εγχείρημα βελτίωσης της κοινωνίας στην οποία είμαστε μέλη, ήταν ανατριχιαστικά εύστοχος. Τελευταίο κομμάτι το «Σ’ αυτή τη μηχανή» και ο Μητσοφου χώνει τις ρίμες του με μια ανάσα, ο Τάσος Μεϊμάρης μας προετοιμάζει, με τις μινόρε συγχορδίες που επιλέγει, για τη σκοτείνια που κρύβεται πίσω από τα νοήματα του τραγουδιού και ο Μπαρόλας αποφασίζει να δώσει μια punk αισθητική στο κομμάτι ώστε αφενός να εξισορροπήσει την απογοήτευση που προκαλούν οι στίχοι του εξαιτίας της δόσης ρεαλισμού που εμπεριέχουν και αφετέρου να χτίσει σταδιακά και ομαλά την μουσική πορεία της βραδιάς και να αφήσει χώρο για τις μπάντες που επρόκειτο να ακολουθήσουν.
► Coyote’s Arrow
Το μουσικό κλίμα εμφανώς είχε αλλάξει και σε συνδυασμό με το ζεστό Αθηναϊκό αέρα, ο οποίος συντέλεσε στην πιο βιωματική ακρόαση αφού πρόκειται για μελωδίες που θυμίζουν ερήμους και καύσωνες, οι Coyote’s Arrow έκαναν την εμφάνισή τους. Η ώρα θα’ ταν δε θα’ ταν 21:00 (όπως καταλάβατε δεν είχα το νου μου στην ώρα) και η σκηνή υποδέχθηκε τη μπάντα με κόκκινο φωτισμό όπως το πάθος με το οποίο παίξανε. Τα πρώτα riffs σε τόνο ιδανικό για stoner και desert καταστάσεις και το γνώριμο, στ@ φανς των Deus Ex Machina, γρέντζο στη χροιά του Σταύρου ωθούν ολοένα και περισσότερο κόσμο να σηκώνεται από τα γύρω πεζούλια και να πλησιάζει προς τη σκηνή.
Όσο περνούσε η ώρα, μικροπροβλήματα στον ήχο διορθώνονταν και η ενέργεια είχε πάρει πλέον ανεπιστρεπτί ανοδική πορεία. Θέλετε τα ξεσπάσματα της Ευτυχίας στο ντέφι και τα κρουστά; Θέλετε ο ιδρώτας που άφηνε λίγο λίγο η Εύα πάνω στα drums με την επιθετική της μπότα και hi hats σαν βγαλμένα από Western ταινία; Θέλετε ο διαπεραστικός θόρυβος των μπασογραμμών της Μαρίας, οι οποίες περνούσαν κάθε άλλο παρά απαρατήρητες; Θέλετε ο εκρηκτικός μα και τόσο αρμονικός συνδυασμός ανδρικών και γυναικείων φωνητικών; Όπως και να το δούμε, οι Coyote’s Arrow έκαναν με το δικό τους μοναδικό τρόπο, χαμό. Παίξανε κομμάτια και από το album τους Aho και από το Desert με προσωπικά μου highlights τα “Living in my brain” και “Coyote’s Arrow” τα οποία με μια λέξη ΑΠΟΓΕΙΩΣΑΝ. Φυσικά, στο τέλος, όπως και οι Κοινοί Θνητοί νωρίτερα, ευχαρίστησαν τους Panx Romana για την πρόταση συμμετοχής τους σε μια τέτοιου είδους γιορτή αλλά και το κοινό για τη στήριξη και την ενέργεια που έδιναν πίσω, η οποία, όπως είπαν, στάθηκε αφορμή για τη δυναμική τους παρουσία στο live.
► Panx Romana
Η ώρα των εορταζόντων έφτασε. Οι Panx Romana επέλεξαν να ξεκινήσουν με έναν τρόπο λίγο διαφορετικό, ενσωματώνοντας άλλη μια μορφή τέχνης στην παρουσίασή τους, τη δραματική μέσω της οποίας όπως διαπιστώσαμε λίγα λεπτά αργότερα θα ασκούσαν κριτική στο δράμα που ζούσαμε και ζούμε... Στο σκετσάκι, λοιπόν, με το οποίο άνοιξαν την εμφάνισή τους, καυτηρίαζαν, όπως ξέρουν εκείνοι να κάνουν, την απάθεια στην πλύση εγκεφάλου, την αδράνεια στις εξελίξεις των κοινωνικών συνθηκών και κάθε μορφή ωχαδερφισμού και επανάστασης του καναπέ. Τραγούδι μέσω του οποίου θα «έσβηναν τα 40 κεράκια τους οι Panx Romana», από τη setlist που άνετα θα παρομοίαζα με σιδηρόδρομο, ήταν το «Ράδιο Κατάληψη». Οι 60χρονοι (μέσες – άκρες) έφηβοι ξεκίνησαν με attitude “punk is not f*cking dead” και το κοινό φάνηκε να είναι ιδιαίτερα έτοιμο για αυτή τη στιγμή αφού μας έχουν καλομάθει με τις αμείωτες αντοχές τους. Ήδη από το πρώτο κομμάτι ξεκίνησαν να ανάβουν οι φωτοβολίδες η μία μετά την άλλη σε διάφορα σημεία του χώρου μοιάζοντας με πυγολαμπίδες σε νυχτερινό τοπίο ή αλλιώς μικρές οάσεις φωτός σε μία σκοτεινή έρημο, μιας και είχαν δημιουργήσει ήδη μια τέτοιου είδους ατμόσφαιρα οι Coyote’s Arrow που προηγήθηκαν. Πακέτο με τις φωτοβολίδες σε κάθε μεριά του συναυλιακού χώρου ήταν και τα pit που εξαπλώνονταν σε χρόνο μηδέν λες και ήταν πανδημία (no pun intended). Παιδιά στους ώμους να σιγοτραγουδούν τους στίχους με τους γονείς τους, έφηβ@ γεμάτ@ αδρεναλίνη να δίνουν την αίσθηση της ελευθερίας με την αύρα τους, ενήλικες με δάκρυα στα μάτια από τη συγκίνηση που προκαλούσαν τα μηνύματα που άφηνε σε κάθε αλλαγή τραγουδιού ο Frank Panx.. Σκέτη λύτρωση.
Λίγο αργότερα από τα ηχεία βγαίνει ο ήχος της γνωστής και μη εξαιρετέας σειρήνας… Ολόκληρη η Τεχνόπολη ξεκινά να τραγουδά τους στίχους του κομματιού «Συναγερμός» έναν προς έναν και να ζει την κάθε στιγμή λιγάκι πιο έντονα. Μαζί με τις φωτοβολίδες αυτή τη φορά έχουν ανάψει και τα αίματα. Θα έλεγε κανείς ότι είχαμε έρθει ένα βήμα κοντύτερα στο αίσθημα ενότητας το οποίο ανέφερα παραπάνω. Ειδικά στο ρεφρέν του κομματιού, ο συγχρονισμός ήταν εξωπραγματικά άρτιος, οριακά χορωδιακός. Είχα ήδη αρχίσει να νιώθω ότι χάνομαι στη μαγεία της στιγμής (όχι ότι θέλω και πολύ βέβαια…). Δυο κομμάτια αργότερα ξεκίνησαν οι παρουσιάσεις των μουσικών συνεργασιών με τα «αδέρφια». Πρώτη ερμηνεία μεταξύ αδερφών ήταν το τραγούδι «Καληνύχτα Χιονάνθρωποι», το οποίο οι Panx Romana είπαν μαζί με τον Xplict από το hip hop συγκρότημα Stixoima σε μια κοινή προσπάθεια αφύπνισης από την τυφλή εμπιστοσύνη σε δήθεν μεσσίες με δόλια μέσα και εξουσίες. Στη συνέχεια, δυο τραγούδια μετά, ανεβαίνει στη σκηνή ο Stavros Ex, τον οποίο είχαμε απολαύσει και νωρίτερα με τους Coyote’s Arrow και είναι, επίσης, ιδρυτικό μέλος των Deus Ex Machina. Μαζί με τους Panx Romana, τραγούδησε το «Καταστολή στο Περιθώριο», το οποίο δανείζεται τη μελωδία του “Somebody put something in my drink” των Ramones, εξυμνώντας τη μορφή κατακρεουργημένης δημοκρατίας με την οποία ερχόμαστε αντιμέτωπ@ στην εποχή που ζούμε, ως αυτοεκπληρούμενη, κατά κάποιο τρόπο, προφητεία της κυκλικής πορείας της πολιτικής ιστορίας.
Σειρά, μετά τον Stavros Ex, έχει ο Novel μαζί με τον οποίο οι Panx Romana τραγούδισαν το κομμάτι «Μαύρη Ανεμώνα». Ήμουν τόσο απορροφημένη στη σκέψη μου κατόπιν τοποθέτησης των σπόρων αμφισβήτησης και προβληματισμού που έβαλαν στο μυαλό μου οι Panx Romana και οι υπόλοιποι καλλιτέχνες που είχα παραβλέψει κάπως τις αστοχίες και τα λάθη στο ηχητικό αποτέλεσμα ανά διαστήματα. Ωστόσο ο Novel, με τη χιουμοριστικού χαρακτήρα πρόταση που έκανε στον Frank Panx για ανταλλαγή μικρόφωνων μου προξένησε ένα πλάγιο γελάκι. Κάθε καλλιτέχνης με εργαλείο τους στίχους του και τη μουσική του, έδωσε μια γερή γροθιά σε κάθε μορφή ρατσισμού, μη αποδοχής της διαφορετικότητας και φασισμού καθώς τόνισαν πως για εκείνους ‘Σε αυτόν τον κόσμο θα έπρεπε να υπάρχει χώρος μόνο για την καλλιέργεια αξιών όπως η αγάπη, η ισότητα, η αλληλεγγύη και ο αλληλοσεβασμός διότι μόνο έτσι θα ανθίσουμε και θα αναπτυχθούμε.’. Aλλο ένα μήνυμα στο οποίο το κοινό συμφώνησε καθολικά..
Προσωπική μου αγαπημένη ερμηνεία μεταξύ αδελφών ήταν η συνεργασία των Panx Romana με τον Βέβηλο. Όπως πάντα, συνοδευόταν από το σκοτάδι κα τη θλίψη (aka προσωπικό του καταφύγιο) που κουβαλά στις πλάτες του από τις εμπειρίες και τις δυσκολίες που με βία έχει χαράξει ανεξίτηλα το παρελθόν στο μυαλό του έπειτα από κάθε «θάνατο». Με τον Βέβηλο οι Panx Romana τραγούδησαν το πιο εύστοχα επιλεγμένο κομμάτι… «Νεκρόπολη». Οξύμωρη η ματζόρε μελωδία του κομματιού σε συνδυασμό με στίχους βγαλμένους απευθείας από την κόλαση που βιώνει ο κάθε άνθρωπος στην προσωπική του φυλακή. Κάθε στίχος του Βέβηλου, για’ μένα, είναι ευθεία βολή προς το μυαλό. Η ειδοποιός διαφορά βέβαια με άλλων ειδών όπλα είναι πως οι στίχοι του Βέβηλου φυτεύουν στο μυαλό σπόρους για σκέψη έξω από κουτάκια και πέρα από προκαταλήψεις. Aλλωστε η τέχνη είναι από τα ισχυρότερα μέσα που εξυπηρετούν στη διαδικασία ευαισθητοποίησης των ανθρώπων οπότε η χρήση της από ανθρώπους που έχουν απαλλαχθεί από τεχνικές χειραγώγησης και χειρισμού είναι κάτι σαν μονόδρομος.
Προτελευταία ερμηνευτική συνεργασία είναι εκείνη μεταξύ των Panx Romana και του Μπάμπη από τους (ΛΑΤΡΕΜΕΝΟΥΣ) Planet of Zeus. Ο Μπάμπης με τα screams και τα δυναμικά του riffs του έντυσε το κομμάτι «Σκουπιδότοποι Ονείρων». «Rock n’ roll για πάντα»: Τσεκ, «Επανάσταση, ονειροπόληση και μη συμβιβασμός στη μιζέρια της καθημερινότητας»: Τσεκ, «Η μουσική ως διέξοδος από τη μουντάδα και το βούρκο της ρουτίνας»: Τσεκ. Νομίζω πως θα μπορούσαν να είναι τρεις εκφράσεις τις οποίες ο Μπάμπης άνετα θα προσέθετε στην περιγραφή του εαυτού του όπως έχει αποδείξει μέσω της μουσικής του πορείας, άρα ας πούμε πως οι Panx Romana έκαναν άλλη μια ορθή επιλογή συνεργασίας.
Τελευταία ερμηνεία με τη συνοδεία αδελφών και ο Frank φοράει μια χάρτινη τηλεόραση στο κεφάλι. Μυρίζει από χιλιόμετρα μακριά περί τίνος πρόκειται. Η μουσική των Dead Kennedys ξεκινά δειλά – δειλά να ηχεί στο προσκήνιο όσο ο Frank κάνει την «πολύ σημαντική ανακοίνωση»… Τόσο μακριά μα τόσο κοντά αυτή η ανακοίνωση. Τόσο ξένη μα και τόσο τρομακτικά οικεία. Ώσπου ανεβαίνει στη σκηνή ο Αλέξης Καλοφωλιάς (The Last Drive) και κηρύττει την έναρξη του πάρτυ… Κωφαλάλων. Κοινό και συγκροτήματα γίνονται ένα με σκοπό την έκφραση αγανάκτησης έναντι στην παραπληροφόρηση, τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας και την υποταγή που προωθούνται και σταδιακά και υποσυνείδητα προσπαθούν να επιτύχουν τα Μ.Μ.Ε. Τόσο μακριά, μα τόσο κοντά…
Κάθε μετάβαση σε επόμενο κομμάτι πλαισιωνόταν από ένα κοινωνικό μήνυμα α λα Panx Romana. Μηνύματα που ενθάρρυναν (και επιζητούσαν κάπως απεγνωσμένα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα δυστοπικά δεδομένα της επικαιρότητας) την αλληλεγγύη, τον αλληλοσεβασμό, την αγάπη, το ειλικρινές ενδιαφέρον, την ενότητα, την ενσυναίσθηση, την προσπάθεια κατανόησης του προσωπικού αγώνα του κάθε ανθρώπου. Και πραγματικά δεν ήξερα πώς να νιώσω που αξίες των οποίων η ύπαρξη είναι αυτονόητη έχουν καταλήξει στο να είναι δυσεύρετες και να μας εκπλήσσει όταν συναναστρεφόμαστε με ανθρώπους που σκέφτονται και ενεργούν με γνώμονα εκείνες. Για να μην πλατιάσω όμως και ξεφύγω από το μουσικό χαρακτήρα του αφιερώματος, θα σταθώ στο ότι μετά από κάθε μήνυμα των Panx, το κομμάτι που ακολουθούσε έδινε την εντύπωση πως ήταν ακόμη πιο ηχηρό και αν υπολογίσουμε ότι τα ανήσυχα αυτά πνεύματα (αναφερόμενη στους Panx) ξεκίνησαν από την αρχή δυναμικά, καταλαβαίνετε τι πάει να πει αυτό…
Live περιστοιχιζόμενο από διαχρονικές επιτυχίες των Panx (αν υποθέσουμε πως μπορούμε να κάνουμε μια υποτυπώδη διαλογή στα κομμάτια τους), συνεργασίες που άφησαν έκαστη το δικό τους στίγμα μέσω των προσωπικών πινελιών του κάθε καλλιτέχνη, στιγμές γεμάτες ανάμεικτα συναισθήματα («Προσοχή κυρίες και κύριοι, θα ακολουθήσουν ισχυρές αναταράξεις και διακυμάνσεις κατά τη δόση αλήθειας που θα λάβετε! Η συνταγή δεν προβλέπεται για ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τη ζωή κατά μέτωπον!!»).. Με λίγα λόγια, ένα live που χαράχθηκε ανώδυνα στη μνήμη όσων παρευρίσκονταν (όντως) εκεί και στην ιστορία της μουσικής. Στην υγειά των επόμενων σαράντα χρόνων λοιπόν!