Ο Haruki Murakami αποτελεί το ίσως γνωστότερο όνομα της μοντέρνας ιαπωνικής λογοτεχνίας στο δυτικό κόσμο. Τα γραπτά του συγχέουν το ονειρικό με το πραγματικό (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων όπως το Norwegian Wood) και θίγουν τα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης με ένα ύφος ολότελα προσωπικό και πάντα βαθιά αναφορικό στον κόσμο της τέχνης. Αυτές του οι ιδιότητες συχνά καθιστούν τα έργα του πηγές που είναι δύσκολο να μεταφερθούν στον κινηματογράφο καθώς πάντα κάτι θα χάνουν στην οπτική μετάφραση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του προαναφερθέντος Norwegian Wood το οποίο ενώ είχε εξαιρετικές στιγμές στην κινηματογραφική του μεταφορά, κατέληξε να χάνει πολλά από τα σημεία που το καθιστούν σπουδαίο ως δημιούργημα. Καλύτερης τύχης έτυχε το Burning δια χειρός Lee Chang-Dong αλλά μέσα από το πρίσμα του σκηνοθέτη κατέληξε να είναι ένα δημιούργημα που περισσότερο θυμίζει τη φιλμογραφία του Lee παρά κάποιο γραπτό του Murakami.
Ο Ryusuke Hamaguchi από την άλλη είναι ένας σκηνοθέτης του οποίου το όνομα τα τελευταία χρόνια ακούγεται όλο και περισσότερο λόγω του ενδελεχούς «σκαψίματος» στους χαρακτήρες του. Από το βραδυφλεγές πεντάωρο Happy Hour μέχρι την τρυφερή αισιοδοξία του σπονδυλωτού Wheel Of Fortune And Fantasy σταδιακά προετοιμαζόταν για τη στιγμή που θα τον καθιέρωνε στο ευρύ κοινό ως ένα σύγχρονο Ιάπωνα auteur πλάι σε ονόματα όπως αυτά του Hirokazu Koreeda και του Shunji Iwai. Και αυτή η στιγμή ήρθε με το, βασισμένο σε διήγημα του Murakami και βραβευμένο με Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, Drive My Car.
Drive My Car | Οδικό ταξίδι προς τη λύτρωση
Πρωταγωνιστής της ταινίας, ένας θεατρικός σκηνοθέτης και ηθοποιός, γνωστός στους θεατρικούς κύκλους για την ενσάρκωση του ρόλου του Θείου Βάνια και παντρεμένος με μια σεναριογράφο που αντλεί τις ιστορίες της την ώρα του σεξ. Ο ίδιος θα δει τη ζωή του να καταρρέει σταδιακά όταν ανακαλύψει πως έχει γλαύκωμα και επίσης χάσει τη σύζυγό του από εγκεφαλική αιμορραγία, οδηγώντας τον σε ένα βαθύ πένθος. Η απόπειρα ανάκαμψης θα έρθει με μια νέα, πολύγλωσση θεατρική παραγωγή του Θείου Βάνια την οποία θα σκηνοθετήσει ο ίδιος. Μέσω αυτής, θα ξεκινήσει ένα ταξίδι προς τη λύτρωση στο οποίο θα έχει συνοδοιπόρους μια νεαρή οδηγό που θα λειτουργεί ως σοφέρ του, τον βοηθό του και τον οξύθυμο νεαρό πρωταγωνιστή της παράστασης ο οποίος ήταν εραστής της συζύγου του.
Στο Drive My Car ο Ryusuke Hamaguchi δένει με περίτεχνο τρόπο πολλά θέματα όπως πένθος, επικοινωνία, όρια της γλώσσας, και προκαταλήψεις
Στη συγκεκριμένη ταινία ο Hamaguchi αναλαμβάνει με τρόπο περίτεχνο να δέσει πολλά θέματα, εκκινώντας από το πένθος και την πορεία προς τη συγχώρεση του εαυτού, για να καταλήξει στην προσπάθεια επικοινωνίας των ανθρώπων σε μια απόμακρη εποχή, τα όρια της γλώσσας, τις προκαταλήψεις απέναντι σε άλλες εθνικότητες από τους Ιάπωνες και, εν τέλει, το κατά πόσο η ζωή μιμείται την τέχνη. Και δε βιάζεται για να αναδείξει κανένα από αυτά τα στοιχεία, τοποθετώντας τα μεθοδικά εντός της αφήγησης του. Σε σημείο που οι τίτλοι αρχής θα έρθουν σαράντα λεπτά μετά την έναρξη της ταινίας. Πάντα προσεγγίζοντας τους χαρακτήρες του με τη χαρακτηριστική του ζεστασιά και χωρίς να προσπαθεί να εκβιάσει κανένα συναίσθημα, χτίζει μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος που σφύζει ανθρωπιάς. Που τα όρια της γλώσσας και του τραύματος αρχίζουν να εξαφανίζονται επιτρέποντας σε κάθε έναν από τους χαρακτήρες να έχει τις στιγμές του και να συμβάλλει σε μια ιστορία που, μαζί με τον πρωταγωνιστή, δύναται να εξαγνίσει και τον θεατή.
Drive My Car | Η πανανθρώπινη σκηνοθεσία του Hamaguchi
Μιλώντας περί γλώσσας, καθίσταται σαφές πως, όπως και ο Murakami, έτσι και ο Hamaguchi είναι δημιουργοί οι οποίοι, αν και Ιάπωνες, μιλούν «διεθνώς». Αν και η πλοκή διαδραματίζεται σε μια Hiroshima που φέρει πάνω της εικόνες από την ιαπωνική καθημερινότητα, ελάχιστα αντιπροσωπεύει την Ιαπωνία. Και αυτό επειδή τόσο το σκηνοθετικό στυλ του δημιουργού, όσο και το νόημα που κυοφορεί, είναι πανανθρώπινο. Τυχαίνει μεν αυτό να μεταφράζεται μέσα από τους ιαπωνικούς κώδικες (το θέμα των Κορεατών στην Ιαπωνία λειτουργεί και εκτός των ιαπωνικών συνόρων ως μια νύξη στον ρατσισμό), αλλά απευθύνεται στο διεθνές κοινό. Γι’ αυτό και έτυχε ευρείας αναγνώρισης, καθώς μπόρεσε να σπάσει τα όρια της χώρας του και να περάσει στο διεθνή κινηματογράφο, πράγμα που άλλοι ενδεχομένως ίσως να χαρακτηρίζουν ως «φεστιβαλικό σύνδρομο». Εφόσον, όμως, αυτό συνάδει με την ίδια την ταινία, δε βρίσκω τίποτα μεμπτό εν προκειμένω και δεν μπορώ να το μεταφράσω σε «καλλιτεχνική έκπτωση».
Drive My Car | Σπαραξικάρδιο κλείσιμο
Και αυτό επειδή η ταινία ξεχειλίζει από ομορφιά. Ερωτεύεται την άσφαλτο, το μικρό κόκκινο αμάξι, τα τσιγάρα που συνοδεύουν τις εκμυστηρεύσεις. Ελπίζει για τη σωτηρία των πάντων, από αυτούς που τα βρήκαν σκούρα σε μια ζωή στρωμένη μέχρι κι αυτούς που πάλευαν εξαρχής για την επιβίωσή τους. Γιατί δε διστάζει να δείξει πως αγαπά τη διακειμενικότητα, είτε μιλάμε για τη σχέση της πλοκής με τον Θείο Βάνια είτε για της οπτικές αναφορές που ενίοτε θυμίζουν μέχρι και πίνακα του Pieter Bruegel. Παραδέχεται τις μελοδραματικές της καταβολές, χωρίς να τις υπερτονίζει και υπογραμμίζοντάς τες όταν το συναίσθημα πρέπει να πλημμυρίσει την οθόνη αντί να μείνει κρυμμένο ή να υπονοείται. Και εν τέλει καταλήγει σε ένα φίναλε που τα λόγια δε χρειάζεται να ειπωθούν προφορικά προκειμένου να κλείσουν την ταινία με τον πλέον σπαραξικάρδιο τρόπο.
Το Drive My Car ξεχειλίζει από ομορφιά, και κλείνει με ένα άλεκτο, συγκλονιστικό φινάλε
Το στοίχημα που ίσως ταλανίσει πολλούς είναι η μεγάλη της διάρκεια. Μπορεί να μη φτάνει τις πέντε ώρες του προαναφερθέντος Happy Hour αλλά διαρκεί τρεις ώρες, καθιστώντας το σχεδόν άθλο για τους μη υπομονετικούς. Αν όμως αφεθείτε στη ροή της και παρακολουθήσετε την πορεία των χαρακτήρων, τις συζητήσεις και εν τέλει τα βήματά τους σε έναν κόσμο στον οποίο παλεύουν να ανήκουν και να σταθούν στα πόδια τους, τότε μόνο κερδισμένοι μπορείτε να βγείτε. Και όσο περίπλοκη κι αν φαντάζει ώρες-ώρες η πλοκή με τα ερωτηματικά που στρατηγικά τοποθετεί, άλλο τόσο δε θα σας απομακρύνει από αυτό που θέλει να πει ως κατακλείδα. Αγνή, πανέμορφη τέχνη, αναγκαία για να θυμόμαστε πως πάντα μέσα στο σκοτάδι μπορούν να λάμψουν οι αχτίδες του φωτός.
Rating:
Xώρα: Ιαπωνία
Έτος: 2021
Χρώμα: Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Ryusuke Hamaguchi
Πρωταγωνιστούν: Hidetoshi Nishijima, Tōko Miura, Reika Kirishima
Διάρκεια: 179'